
Τα τελευταία χρόνια έχουμε ίσως εκπαιδευτεί πολύ περισσότερο σε σχέση με το παρελθόν στο να παρακολουθούμε performances που συνδέουν το σώμα και το χορό με το φυσικό και αστικό τοπίο, με κάθε λογής τοπόσημα και τοπωνύμια. Εξοικειωμένοι είμαστε επίσης και με τους συνδυασμούς πολυποίκιλων performance παραστατικού χαρακτήρα και εικαστικών project στα πλαίσια εκθέσεων και φεστιβάλ. Επόμενο είναι ότι μέσα σε αυτή την πληθώρα πλουραλισμού, ποικιλίας και γνώσης καθίσταται πράγματι πολύ δύσκολο για τον εκάστοτε θεατή να ξεχωρίσει μια performance που πραγματοποιείται εκτός θεατρικής σκηνής, στο δημόσιο χώρο, η οποία να διαφοροποιείται αισθητά από το σύνολο. Με βάση την παραπάνω διαπίστωση νομίζω ότι ο Σπύρος Κουβαράς με την performance Ανάσκαμμα # 1: Άτιτλο (Μνήμη) σε παραγωγή της Synthesis 748 καταφέρνει να υπερβεί την κοινοτυπία και να συνδέσει εντέχνως το χορευτικό δρώμενο με το φυσικό περιβάλλον και το εικαστικό θέμα μιας γκαλερίˑ κυρίως όμως καταφέρνει να υπερβεί το αναμενόμενο, με πολύ απλά υλικά και με μόνο οδηγό την χειραφετημένη κίνηση και την λεπτοφυή μεταχείριση της κιναισθητικής σχέσης σώματος και αρχαιολογικού χώρου χωρίς περιττούς εγκεντρισμούς και υπερβολές.
Η πρώτη αυτή performance λαμβάνει χώρα στο μνημείο του Λυσικράτη στην Πλάκα στις 30 Οκτωβρίου και αποτελεί το πρώτο μέρος ενός τρίπτυχου αποτελούμενου από τρεις διαφορετικές χορογραφικές performances εξωτερικού χώρου σε επιλεγμένα – ιστορικής σημασίας – σημεία της Αθήνας. Η performance αποτελεί μέρος του εικαστικού project ΜέτροΛόγος και της θεματικής Μεταβάσεις/Τόπος-Χρόνος της γκαλερί Owl Art Space. Χτίζοντας ένα συνεχόμενο έργο εν τη ροή του και μέσα από τη συναισθαντική επαφή του με τα ιστορικά μνημεία, ο ερμηνευτής και χορογράφος αναζητά τις διόδους ανάμεσα σε μια σειρά από αλληλοδιαπλεκόμενα εμπειρικά πεδία, ανάμεσα στον τόπο και το χρόνο, στη μνήμη και τη λήθη, ανάμεσα στο μέτρο και το ασύμμετρο, στον συλλογικό και ατομικό χωροχρόνο, μέσα από τις σωματικές διαδρομές τριών performer που αναπτύσσουν μια πορεία που ξεκινά από τον μικρό περίβολο του μνημείου και συνεχίζεται και στα υπόλοιπα αρχαιολογικά ευρήματα, πέριξ του μνημείου. Έτσι λίγο πριν τις 12 το βράδυ οι τρεις πλάνητες φορώντας καπαρντίνες ξεκινούν με ατομικές πορείες, που αρχικά συνδέονται με την μεταφορά της κίνησης όπως αυτή απεικονίζεται στις παραστάσεις από την ζωοφόρο του μνημείου, κατευθυνόμενοι από συμβολικές κινήσεις των χεριών που λαμβάνουν πρωταρχικό ρόλο σε όλη την διάρκεια της performance. Οι πορείες αυτές ενώ φαίνονται σε μια πρώτη ανάγνωση να είναι κοινές, σταδιακά αντιλαμβανόμαστε ότι αποκλίνουν σημαντικά έτσι ώστε η συνοδοιπορία να μην επιτυγχάνεται ποτέ.
Ο πυρήνας της κίνησης που χρησιμοποιεί ο Κουβαράς είναι κατά βάση κρυπτικός και εσωστρεφής και ο ίδιος ο τίτλος «Ανάσκαμμα» μετουσιώνει ακριβώς αυτήν την αφηρημένη κρυπτική ποιότητα, την ανατρεπτικότητα και την δυνητική αποκάλυψη μέσα από την ανασκαφή. Σχεδόν παράλληλα με την εσωτερικότητα, στην κίνηση των performer κυριαρχεί μια αγωνιώδης προσπάθεια εξωστρέφειας και μια ταυτόχρονη αδυναμία εκδήλωσης συναισθημάτων, που δεν καταφέρνουν να απεγκλωβιστούν παραμένοντας περίκλειστα στον ψυχισμό. Οι απότομες κινήσεις και οι εναλλαγές με πιο στατικά μοτίβα κινήσεων, τα κρυψίματα κάτω από τις καπαρντίνες, οι παράξενοι σχηματισμοί και τα στριφογυρίσματα των performer στο έδαφος, περιγράφουν την μεταβαλλόμενη και μεθοριακή ατμόσφαιρα τρωτότητας που διαμείβεται από τους ερμηνευτές. Η κίνηση του σώματος μοιάζει σε στιγμές να ακολουθεί ένα μέτρο, μια φόρμουλα ή ένα σύστημα αλλά ταυτόχρονα να απομακρύνεται από αυτό το μέτρο, να αποκεντρώνεται, να αποσυντίθεται και να από-συστηματοποιείται. Το σώμα απομονώνεται από έκδηλες συναισθηματικές εκφράσεις, αποκτά μια καταστασιακή υφή και διάσταση, γίνεται περιγραφή κατάστασης όχι συναισθήματος. Όπως αναφέρει και ο ίδιος ο δημιουργός τα έργα της Synthesis 748 δεν αφηγούνται και δεν διηγούνται ιστορίες αλλά στοχεύουν στη δημιουργία μη-τόπων από την δημιουργία καταστάσεων και πεδίων τα οποία ερμηνεύονται περισσότερο με το ασυνείδητο και λιγότερο με την λογική. Κάτι τέτοιο είναι εμφανές στην συγκεκριμένη performance διότι μέσα από τη συνεχή κίνηση των σωμάτων, η «διαδικασία» φτάνει να γίνεται το κύριο πεδίο αντίληψης και ερμηνείας του θεατή, η αρχή και το τέλος της εμπειρίας που βιώνεται με ένταση και όχι η έλλογη κατανόηση κάποιου νοήματος.
Οι τρεις performer ενώνονται με το αστικό ηχητικό περιβάλλον (αυτοκίνητα/θεατές/περαστικοί) και με τα μνημεία που χάνουν κατά κάποιον τρόπο την αναπαράστασή τους ως τέτοια θυμίζοντας χωροχρονικές πύλες. Οι θεματικές πολλές και εναλλασσόμενες δημιουργούν μια περίεργη, μελαγχολική ατμόσφαιρα: Μοναξιά, απομόνωση μέσα στη συνύπαρξη, ανεκπλήρωτη συναισθηματική επαφή, τραύμα, ψυχαναγκασμός, ένα ασταμάτητο κυνήγι ερινυών για τα αμαρτήματα της ζωής. Σε αυτό το μωσαϊκό καταπιεσμένων συναισθημάτων λαμβάνει χώρα μια έντονη αναμέτρηση μεταξύ λήθης και μνήμης, μεταξύ παρελθόντος και παρόντος σε αόριστους χώρους και χρόνους που χτίζονται από τους κινησιολογικούς πειραματισμούς και αυτοσχεδιασμούς των απρόσωπων performer και από τις χαρτογραφημένες τοποθετήσεις τους στον χώρο. Το σώμα παλινδρομεί μεταξύ μηχανικότητας και φυσικότητας και είναι ένα σώμα που φλερτάρει έντονα με την εντροπία. Κάπου κάπου μέσα από τις οργανωμένες κινήσεις των ερμηνευτών φαίνεται να αναζητείται η τάξη και η λεπτομέρεια μέσα στο χάος κάτι που συνδιαλέγεται με την θεματική των έργων της γκαλερί Owl Art Space, όπως και με άλλες θεματικές του εικαστικού project που σχετίζονται με τον εκτοπισμό, τον υποκειμενισμό και την εξερεύνηση του ασυνειδήτου. Η κεντρική αρτηρία της χορογραφίας είναι ωστόσο η υπέρβαση της διχοτόμησης ατομικού και συλλογικού, όπως αναδεικνύεται μέσα από την τρωτότητα του υποκειμένου.
Το τέλος έρχεται με την έξοδο των performer από τον αρχαιολογικό χώρο – αφού το κοινό τους έχει ακολουθήσει στις τελικές τους χορογραφίες μέσα στο μνημείο. Η έντονη αίσθηση της ευαλωτότητας διατηρείται σε όλη τη διάρκεια της performance μέχρι το κλείσιμο της αυλαίας που πραγματοποιείται σε μια ανακουφιστική αποκλιμάκωση της έντασης μέσα στην ίδια την γκαλερί. Αναμένουμε με ανυπομονησία λοιπόν τα δυο επόμενα χορογραφικά εγχειρήματα.
Ναταλία Κουτσούγερα
H performance Ανάσκαμμα # 1 Άτιτλο: (Μνήμη) παρουσιάστηκε στις 30 Οκτωβρίου 2015 στο μνημείο του Λυσικράτη από τον Σπύρο Κουβαρά και την ομάδα Synthesis 748, στα πλαίσια του εικαστικού project ΜέτροΛόγος και της θεματικής Μεταβάσεις/ Τόπος-Χρόνος της γκαλερί Owl Art Space.
Η πρώτη αυτή performance λαμβάνει χώρα στο μνημείο του Λυσικράτη στην Πλάκα στις 30 Οκτωβρίου και αποτελεί το πρώτο μέρος ενός τρίπτυχου αποτελούμενου από τρεις διαφορετικές χορογραφικές performances εξωτερικού χώρου σε επιλεγμένα – ιστορικής σημασίας – σημεία της Αθήνας. Η performance αποτελεί μέρος του εικαστικού project ΜέτροΛόγος και της θεματικής Μεταβάσεις/Τόπος-Χρόνος της γκαλερί Owl Art Space. Χτίζοντας ένα συνεχόμενο έργο εν τη ροή του και μέσα από τη συναισθαντική επαφή του με τα ιστορικά μνημεία, ο ερμηνευτής και χορογράφος αναζητά τις διόδους ανάμεσα σε μια σειρά από αλληλοδιαπλεκόμενα εμπειρικά πεδία, ανάμεσα στον τόπο και το χρόνο, στη μνήμη και τη λήθη, ανάμεσα στο μέτρο και το ασύμμετρο, στον συλλογικό και ατομικό χωροχρόνο, μέσα από τις σωματικές διαδρομές τριών performer που αναπτύσσουν μια πορεία που ξεκινά από τον μικρό περίβολο του μνημείου και συνεχίζεται και στα υπόλοιπα αρχαιολογικά ευρήματα, πέριξ του μνημείου. Έτσι λίγο πριν τις 12 το βράδυ οι τρεις πλάνητες φορώντας καπαρντίνες ξεκινούν με ατομικές πορείες, που αρχικά συνδέονται με την μεταφορά της κίνησης όπως αυτή απεικονίζεται στις παραστάσεις από την ζωοφόρο του μνημείου, κατευθυνόμενοι από συμβολικές κινήσεις των χεριών που λαμβάνουν πρωταρχικό ρόλο σε όλη την διάρκεια της performance. Οι πορείες αυτές ενώ φαίνονται σε μια πρώτη ανάγνωση να είναι κοινές, σταδιακά αντιλαμβανόμαστε ότι αποκλίνουν σημαντικά έτσι ώστε η συνοδοιπορία να μην επιτυγχάνεται ποτέ.
Ο πυρήνας της κίνησης που χρησιμοποιεί ο Κουβαράς είναι κατά βάση κρυπτικός και εσωστρεφής και ο ίδιος ο τίτλος «Ανάσκαμμα» μετουσιώνει ακριβώς αυτήν την αφηρημένη κρυπτική ποιότητα, την ανατρεπτικότητα και την δυνητική αποκάλυψη μέσα από την ανασκαφή. Σχεδόν παράλληλα με την εσωτερικότητα, στην κίνηση των performer κυριαρχεί μια αγωνιώδης προσπάθεια εξωστρέφειας και μια ταυτόχρονη αδυναμία εκδήλωσης συναισθημάτων, που δεν καταφέρνουν να απεγκλωβιστούν παραμένοντας περίκλειστα στον ψυχισμό. Οι απότομες κινήσεις και οι εναλλαγές με πιο στατικά μοτίβα κινήσεων, τα κρυψίματα κάτω από τις καπαρντίνες, οι παράξενοι σχηματισμοί και τα στριφογυρίσματα των performer στο έδαφος, περιγράφουν την μεταβαλλόμενη και μεθοριακή ατμόσφαιρα τρωτότητας που διαμείβεται από τους ερμηνευτές. Η κίνηση του σώματος μοιάζει σε στιγμές να ακολουθεί ένα μέτρο, μια φόρμουλα ή ένα σύστημα αλλά ταυτόχρονα να απομακρύνεται από αυτό το μέτρο, να αποκεντρώνεται, να αποσυντίθεται και να από-συστηματοποιείται. Το σώμα απομονώνεται από έκδηλες συναισθηματικές εκφράσεις, αποκτά μια καταστασιακή υφή και διάσταση, γίνεται περιγραφή κατάστασης όχι συναισθήματος. Όπως αναφέρει και ο ίδιος ο δημιουργός τα έργα της Synthesis 748 δεν αφηγούνται και δεν διηγούνται ιστορίες αλλά στοχεύουν στη δημιουργία μη-τόπων από την δημιουργία καταστάσεων και πεδίων τα οποία ερμηνεύονται περισσότερο με το ασυνείδητο και λιγότερο με την λογική. Κάτι τέτοιο είναι εμφανές στην συγκεκριμένη performance διότι μέσα από τη συνεχή κίνηση των σωμάτων, η «διαδικασία» φτάνει να γίνεται το κύριο πεδίο αντίληψης και ερμηνείας του θεατή, η αρχή και το τέλος της εμπειρίας που βιώνεται με ένταση και όχι η έλλογη κατανόηση κάποιου νοήματος.
Οι τρεις performer ενώνονται με το αστικό ηχητικό περιβάλλον (αυτοκίνητα/θεατές/περαστικοί) και με τα μνημεία που χάνουν κατά κάποιον τρόπο την αναπαράστασή τους ως τέτοια θυμίζοντας χωροχρονικές πύλες. Οι θεματικές πολλές και εναλλασσόμενες δημιουργούν μια περίεργη, μελαγχολική ατμόσφαιρα: Μοναξιά, απομόνωση μέσα στη συνύπαρξη, ανεκπλήρωτη συναισθηματική επαφή, τραύμα, ψυχαναγκασμός, ένα ασταμάτητο κυνήγι ερινυών για τα αμαρτήματα της ζωής. Σε αυτό το μωσαϊκό καταπιεσμένων συναισθημάτων λαμβάνει χώρα μια έντονη αναμέτρηση μεταξύ λήθης και μνήμης, μεταξύ παρελθόντος και παρόντος σε αόριστους χώρους και χρόνους που χτίζονται από τους κινησιολογικούς πειραματισμούς και αυτοσχεδιασμούς των απρόσωπων performer και από τις χαρτογραφημένες τοποθετήσεις τους στον χώρο. Το σώμα παλινδρομεί μεταξύ μηχανικότητας και φυσικότητας και είναι ένα σώμα που φλερτάρει έντονα με την εντροπία. Κάπου κάπου μέσα από τις οργανωμένες κινήσεις των ερμηνευτών φαίνεται να αναζητείται η τάξη και η λεπτομέρεια μέσα στο χάος κάτι που συνδιαλέγεται με την θεματική των έργων της γκαλερί Owl Art Space, όπως και με άλλες θεματικές του εικαστικού project που σχετίζονται με τον εκτοπισμό, τον υποκειμενισμό και την εξερεύνηση του ασυνειδήτου. Η κεντρική αρτηρία της χορογραφίας είναι ωστόσο η υπέρβαση της διχοτόμησης ατομικού και συλλογικού, όπως αναδεικνύεται μέσα από την τρωτότητα του υποκειμένου.
Το τέλος έρχεται με την έξοδο των performer από τον αρχαιολογικό χώρο – αφού το κοινό τους έχει ακολουθήσει στις τελικές τους χορογραφίες μέσα στο μνημείο. Η έντονη αίσθηση της ευαλωτότητας διατηρείται σε όλη τη διάρκεια της performance μέχρι το κλείσιμο της αυλαίας που πραγματοποιείται σε μια ανακουφιστική αποκλιμάκωση της έντασης μέσα στην ίδια την γκαλερί. Αναμένουμε με ανυπομονησία λοιπόν τα δυο επόμενα χορογραφικά εγχειρήματα.
Ναταλία Κουτσούγερα
H performance Ανάσκαμμα # 1 Άτιτλο: (Μνήμη) παρουσιάστηκε στις 30 Οκτωβρίου 2015 στο μνημείο του Λυσικράτη από τον Σπύρο Κουβαρά και την ομάδα Synthesis 748, στα πλαίσια του εικαστικού project ΜέτροΛόγος και της θεματικής Μεταβάσεις/ Τόπος-Χρόνος της γκαλερί Owl Art Space.