Θραυσματικό έμφυλο σώμα στο προσκήνιο: Σχόλια για τέσσερεις παραστάσεις χορού από τη Ναταλία Κουτσούγερα

koutsougera somata tis epoxis

Μια συζήτηση για τα σώματα της εποχής μας μέσα από τέσσερεις υβριδικές παραστάσεις χορού

Ποια είναι τα σώματα της εποχής μας αναρωτιέται η Ίρις Καραγιάν; Ποιά τα σώματα των σημερινών φανταστικών γυναικών διερωτάται η Αντιγόνη Γύρα; Είναι άραγε τα σημερινά ευάλωτα, μειονοτικά και απαλλοτριωμένα σώματα πανέτοιμα για την τραγωδία; Σκέφτεται η Σοφία Μαυραγάνη. Πώς εκφράζεται το σώμα που πενθεί σήμερα σε συνθήκες ακραίου σημειοκαπιταλισμού, αναλογίζεται ο Σπύρος Κουβαράς. Τέσσερεις υβριδικές-πλουραλιστικές παραστάσεις χορού που μοιράζονται κοινές αφετηρίες, σπασμωδικές, ατελείς και ατέρμονες (δια)σωματικότητες, καθώς και μεταμοντέρνες σκηνοθετικές επιλογές και πολυμεσικότητες, έλαβαν χώρα το τελευταίο διάστημα στην Αθήνα, ενισχύοντας το πεδίο που θα ονομάζαμε, κάπως γενικευτικά, «πειραματικό» χορό στη χώρα μας, αλλά και την εξάπλωσή του σε ένα ευρύτερο κοινό. Ένα πεδίο όπου τα όρια ανάμεσα στην ανθρωπολογία και την τέχνη, στην εθνογραφική και στην καλλιτεχνική, χορολογική και θεατρολογική έρευνα είναι θολά. Και οι τέσσερεις παραστάσεις χορού εστίασαν στο μεταμοντέρνο, το θραυσματικό, το αποσπασματικό, το εικονικό, αλλά και τραυματικό σώμα που βρίσκεται άλλοτε κατακερματισμένο και διασκορπισμένο και άλλοτε παγιωμένο, μνημονικό, ενθυμητικό και σπλαχνικό, εγκλωβισμένο εντούτοις πάντοτε στο φρούριο της αποξένωσης του ανθρώπου στο πλαίσιο του σύγχρονου κυβερνοπολιτισμού και νεοφιλελευθερισμού. Ένα σώμα που πασχίζει να αποκτήσει σημασία και αναγνώριση μεταξύ σωματοποίησης και αποσωματοποίησης, ταύτισης και αποταύτισης, μίμησης, απομίμησης και αντι-μίμησης και σε μια διαρκή κατάσταση υλοποίησης σε έναν υπερ-υλιστικό κόσμο διαθέτοντας πάντα ένα απελευθερωτικό και επαναστατικό πρόταγμα για ρήξη με το παρελθόν και βαθιά πολιτική αλλαγή.

Το Ποια είναι τα Σώματα της Εποχής μας της Ίρις Καραγιάν, από το οποίο εμπνέεται και το άρθρο αυτό, θα έλεγα ότι ανοίγει την αυλαία της ενδιαφέρουσας συζήτησης θέτοντας απευθείας και στον τίτλο της παράστασής της το κομβικό ερώτημα: ποια η συν-κινητική ποιητική των σύγχρονων σωμάτων; Πώς εμφιλοχωρεί το πολιτικό στις σύγχρονες διεπαφές και διασωματικότητες στους δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους; Δύο νεαρές χορεύτριες η Δάφνη Δρακοπούλου και η Δέσποινα Σανιδά-Κρεζία αποτελούν τα υλοποιητικά μέσα της Καραγιάν, που σε μια πορεία αποδεσμεύουν και την ίδια τη χορογράφο από την ευθύνη της, προσφέροντας τις ατομικές τους σωματικές γνώσεις. Οι δυο περφόρμερ μετενσαρκώνουν τις σύγχρονες διερωτήσεις σχετικά με τις ορατές, σάρκινες υλοποιούσες εμφυλικότητες [θηλυκότητες/αρρενωπότητες/κουιρότητες] της μεγαλούπολης αλλά και όχι μόνον. Σε μια κοινωνία του κυβερνοχώρου, οι περφόρμερ και η χορογράφος, συμπεριλαμβάνουν και τα εικονικά σώματα στο παιχνίδι που μπορούν να λειτουργούν ως ομοιώματα ή ως αβατάρ. Τα κινητικά μοτίβα ανταποκρίνονται και στις δυο αυτές συνθήκες, της on line και off line κοινωνικότητας και θεσιακότητας, αλλά και στην σημειολογία του κυβερνοπολιτισμού. Αποτελούνται από απλές και επαναλαμβανόμενες κινήσεις που θυμίζουν σώματα που ρεμβάζουν, που χορεύουν μινιμαλιστικά τσιφτετέλια (ωσάν σύγχρονες σλατίνες), αυτοτραυματισμούς που τονίζουν την αόρατη αυτοβία που σωματοποιείται ανεπαίσθητα και καθημερινά. Τα σώματα διαμορφώνουν διάφορα σχήματα στον άδειο χώρο που θυμίζουν αλγοριθμικούς σχηματισμούς. Οι επαναλήψεις των κινήσεων όσο και να φαίνονται πανομοιότυπες ποτέ δεν παράγουν το ίδιο αποτέλεσμα και έτσι τονίζεται ο μεταδομιστικός και σημειολογικός προσανατολισμός της χορογράφου.

Στο video wall προβάλλονται οι ανησυχίες και οι προβληματισμοί της Καραγιάν με έντονη οικολογική και κοινωνικο-πολιτική ευαισθησία. Η αισθητική των ερωτημάτων που τίθενται στο video wall και η δομή της επανάληψης θα μπορούσαν να παραπέμπουν και σε τυποποιημένους αλγόριθμους ή σε μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης. Εξαρχής δηλώνεται πως εκείνες είναι εδώ για να γίνουν πορώδεις, εκφράζοντας τη ρευστότητα και την φευγαλέα διάσταση της σημερινής συνθήκης. «Μπορούμε να γίνουμε αόρατες;», «Μπορούμε να γίνουμε ευάλωτες;», «Μπορούμε να νιώσουμε κοντά;», «Υπάρχει μουσική; Ποια η μουσική της εποχής μας;». Πρόκειται για μια σειρά βαθιών υπαρξιακών και πολιτικών διερωτήσεων για τις ατμόσφαιρες της εποχής μας που κατακλύζουν το νου, και τίθενται διαρκώς μπροστά μας χωρίς ωστόσο να τις επεξεργαζόμαστε στο συνειδητό μας. Οι διερωτήσεις αυτές διαμοιράζονται μέσα από τις σωματικές στάσεις και πόζες των χορευτριών. Η αντίθεση ανάμεσα στην ταχύτητα που χαρακτηρίζει τη σύγχρονη ζωή και στην παλαιάς κοπής αργοπορία και νωχελικότητα οξύνει την ενθυμητική συναισθαντικότητα του κοινού σε σχέση με τις σωματικότητες του παρελθόντος. Η ταχύτητα και η υπερ-υλικότητα ωστόσο δεν ενοχοποιούνται και δεν κυριαρχεί κάποια διάθεση ηθικού πανικού ή δαιμονοποίησης, αλλά μάλλον μια δυνατότητα κατανόησης και αναζήτησης κάποιου νέου νοήματος. Ο βιομηχανικός ήχος προς το τέλος της παράστασης και η γρήγορη κίνηση των χορευτριών εντείνει και την περιέργεια του κοινού. Καθώς οι δυο χορεύτριες περπατούν σε έναν κύκλο η παράσταση τελειώνει αισιόδοξα και με οικολογικό πρόταγμα για την πολιτική συνειδητότητα και ανοιχτότητα των νέων γενεών καθώς στο video wall αναγράφεται: «Ξέρω που πατάνε τα πόδια μου. Πατάνε πάνω σε έναν πλανήτη. Περιστρέφεται γύρω από τον ήλιο. Είναι στο γαλαξία. Και υπάρχουν αμέτρητοι κόσμοι εκεί έξω».

Στις Φανταστικές Γυναίκες της Αντιγόνης Γύρα εξετάζονται οι πολυφωνικές «γυναικότητες» – όπως συγκεκριμένα ονομάζει η Γύρα τις σύγχρονες μορφοπλασίες που βρίσκονται στον αντίποδα μιας γενικευμένης πατριαρχίας και γίνονται στόχος της – διαφόρων ηλικιών και τοποθετήσεων, σε μια διαθεματική προοπτική. Μέσα από ένα υβριδικό δρώμενο θεάτρου, μιούσικαλ και χορού αλλά και διαδραστικότητας που ξεπερνά την επαφή με το κοινό και εκτυλίσσεται ως «φυσική» διάδραση ανάμεσα στις περφόρμερ, θωρούνται οι ψυχοσυνθέσεις διαφορετικών γυναικών που υποφέρουν από την πατριαρχική καταπίεση που τις ωθεί προς την αφάνεια και την περιθωριοποίηση. Η έννοια του φανταστικού δεν αναφέρεται απλώς στον όμορφο κόσμο των γυναικών, αλλά στο ενοποιημένο δυνητικό/σωματοποιημένο στοιχείο, δηλαδή στη συμπύκνωση αυτού που υπήρξε ενσωματωμένο ως «γυναικείο» και της μεταλαμπάδευσής του από γενιά σε γενιά αλλά και της προβολής της πλουραλιστικότητας της «γυναικότητας» σε ένα μέλλον. Οι φανταστικές γυναίκες, Αύρα Αγορά, Αφροδίτη Βερβενιώτη, Αντιγόνη Γύρα, Ανθή Θεοφιλίδη, Ιωάννα Καμπυλαυκά, Πηνελόπη Πύρρου, Ευγενία Σιγαλού ξεδιπλώνουν ένα εορταστικό, τρυφερό και αισθαντικό αρχειακό σύνολο «γυναικοτήτων» όπου κάθε φορά δίνεται ο λόγος σε κάθε μία για να αναδείξει την προσωπικότητά της και τη σχέση της με τα πατριαρχικά παλίμψηστα που την περιβάλλουν. Η λιντσική ατμόσφαιρα εναλλάσσεται με μια απολύτως απλή καθημερινότητα. Η σύγχρονη νεαρή αισθησιακή γυναίκα σλατίνα η οποία εκφράζει τη νεανική γυναικεία επιθυμία και θηλυκότητα προτάσσεται ως πιο ακομπλεξάριστη και απελευθερωμένη σε σχέση με τη συντηρητική θηλυκότητα του παρελθόντος που επιχειρεί να την καταπιέζει, ωστόσο χωρίς αποτέλεσμα. Το γυναικείο σώμα όπως και στην παράσταση της Καραγιάν, προβάλλεται ως αποσπασματικό και θραυσματικό, ενώ η οργή, ο θυμός για την καταπίεση της θηλυκότητας, τώρα βγαίνει πιο εκρηκτικά και ριζωματικά προς τα έξω, μέσα από πολλαπλές νομαδικές μορφοπλασίες.

Μας τράβηξαν την προσοχή η ερμηνεία της νεαρής σλατίνας που εκφράζει το εκτυφλωτικά αισθησιακό και ηδονικό γυναικείο υποκείμενο. Το σαγηνευτικό και κωμικοτραγικό σόλο του γκροτέσκου γκόλουμ, με τα υπέροχα φωνητικά πειράματα της συνοδού περφόρμερ που μετατρέπεται σε μουσικό αυτοσχέδιο όργανο. Η ηλικιωμένη «φανταστική» γυναίκα από την Ήπειρο, η οποία μιλά με γλυκάδα για την γοητευτική, ρομαντική ανοιχτόκαρδη μητέρα της και την πηγαία αισιοδοξία της που δημιουργεί ακόμα και καταπιεσμένη. Τα επικίνδυνα ακροβατικά των περφόρμερ απέδειξαν την επίπονη διαδικασία των προβών και η εύστοχη γυμνότητα της Αντιγόνης Γύρα, η οποία παίζει ένα σόλο ρόλο κωμικής ενορχηστρώτριας σε όλη την διάρκεια της παράστασης, την από-κεντρωμένη μυθοπλαστική αισθητική της. Η αίσθηση του παιχνίδιού κυριαρχεί εξαρχής ενώ η σύγκρουση μεταξύ συντηρητισμού και μη συντηρητισμού, διατυπώνει ένα τεράστιο χάσμα ανάμεσα στις γενεές που είναι καθαρά έμφυλο και συνδέεται με τις καταπιέσεις που έχουν δεχτεί οι γυναίκες προηγούμενων γενεών. Η αισιοδοξία για το μέλλον μέσα από μια πιο απελευθερωμένη σεξουαλικότητα και θηλυκότητα είναι το κυρίαρχο θετικό μήνυμα του έργου και δίδεται και στον επίλογο του, με την συλλογική γκροτέσκα γλυκύτατη τραγουδιστική ερμηνεία για το γυναικείο αιδοίο που μας μεταφέρει, σε μια γκλίτερ ατμόσφαιρα Disco Barbarella και έναν drag συνδυασμό Τέρη Χρυσού και Γιάννη Φλωρινιώτη, που μετουσιώνεται σε ένα μουσικό σόου από μια τραγουδίστρια-disco girl με μαύρα εκκεντρικά γυαλιά.

Στο υβριδικό έργο της Σοφίας Μαυραγάνη, We are Here Prepared for Tradegy που αποτελείται από πολλαπλές χορογραφίες σε μια μίξη διαφόρων ακαδημαϊκο-καλλιτεχνικών τροπικοτήτων (διάλεξης, συναυλίας, αυτοσχέδιου και burlesque χορού αλλά και κουίρ θεάτρου) οι εκπληκτικοί περφόρμερ από διαφορετικά καλλιτεχνικά περιβάλλοντα (Aντώνης Αντωνόπουλος, Μαρία Βούρου, Νέγρος του Μοριά, Μαρία Τσιμά, Αντιγόνη Φρυδά, Τζωρτζίνα Χρυσκιώτη, Larry Gus) δημιουργούν ένα μετανεωτερικό φαντασμαγορικό κολάζ όπου τα περιεχόμενα της φιλοσοφικο-ανθρωπολογικής διάλεξης και του θεάτρου δεν διατέμνονται αλλά ενοποιούνται για να αναδυθούν νέες εκδοχές θραυσματικών αφηγηματικών τρόπων οι οποίες υπερβαίνουν τις διακρίσεις ανάμεσα στο κείμενο, την εικόνα, τη χορευτική κίνηση και το τραγούδι. Ο ακαδημαϊκός λόγος αν και δεν εξημερώνεται παρόλα αυτά εκλαϊκεύεται όχι όμως μέσα από την εξαναγκαστική απλούστευσή του στο βωμό μιας νεοφιλελεύθερης πρακτικότητας αλλά μέσα από την ανατρεπτική ριζωματικότητά του. Ο ράπερ Νέγρος του Μοριά είναι εκεί για να το επιβεβαιώσει «κλέβοντας» τις δυνατές εκφράσεις από τις διαλέξεις των χορωδών και αποδίδοντας το δικό του βιωμένο νόημα στις δύσκολες έννοιες που μιλούν για συναισθήματα που βρίσκονται στην καρδιά του καθημερινού πρακτικού λόγου και που εμπεριέχουν ζητήματα βιοεξουσίας, καθημερινής βίας, περιθωριοποίησης, ρατσισμού, σεξισμού, κουιροφοβίας και τρανσφοβίας. Έτσι η παράσταση απαντά με κουίρ τρόπο και σε ένα επίκαιρο δίλλημα: το δίλλημα της επιτακτικής εκλαΐκευσης ή όχι του δαιμονοποιημένου ακαδημαϊσμού, εμβαπτισμένου ως διανοουμενισμού και θεωρητικισμού που πρέπει να «προσαρμοστεί» προς χάριν εύπεπτης κατανόησης, όπως αποζητά και αναδεικνύει ο σημερινός τεχνοκρατικός λόγος και ο βάναυσος οπτιμισμός και νεοφιλελευθερισμός.

Τα τρεμάμενα σπασμωδικά σώματα που τραγουδούν φιλοσοφικούς στοχασμούς, οι ενδυματολογικές επιλογές έμφυλης αντιστροφής (άντρες φορούν φούστες), η drag-rap φιγούρα του Νέγρου του Μοριά και η υπερχείλιση των σύγχρονων επισφαλών σωμάτων μέσα από τα τραγουδιστικά φιλοσοφήματα σύγχρονων εντόπιων και ξένων διανοητών/τριών της εποχής μας – συνοδευόμενα από τις σκοτεινές ηλεκτρονικές μελωδίες του Larry Gus που δεν δίστασε να χορέψει και να τραγουδήσει – κατέκλυσαν με πρεκαριότητες τη σκηνή «Κατίνα Παξινού». Οι προσεγμένες μεταβάσεις στις εναλλασσόμενες σκηνικές θεματικές του έργου έκαναν θετική εντύπωση και μας μετέφεραν αρμονικά στις διαφορετικές του ατμόσφαιρες. Η μοντέρνα, αποδομημένη εκδοχή των αρχαίων τραγωδιών συνόδευε όλες τις φάσεις της παράστασης για να ανατρέψει κατεστημένα αρχετυπικά πρότυπα ελληνικότητας αλλά και να τονίσει την αστάθεια, αμφιθυμικότητα και υβριδικότητα των σύγχρονων υποκειμενοποιήσεων, τον κατακερματισμό των ταυτοτήτων, αλλά και τις ενδοσυγκρούσεις αντικρουόμενων πλευρών του εαυτού. Οι θρησκευτικοί ψαλμοί συμπλέχτηκαν με στιχουργικές παρεμβάσεις από θεωρητικά κείμενα προφέροντας ένα κουίρ δρώμενο που παρωδεί τη θρησκειολατρεία. Ο χορός κλείνει με φιλοσοφικό τρόπο την παράσταση καθώς ο Αντώνης Αντωνόπουλος κοιτώντας μας με νόημα, μας καλεί να χορέψουμε (μας λέει lets dance) αποκαλύπτοντας τον μεταφορικό αλλά καθόλα ουσιαστικό ρόλο του χορού και της χορογραφίας ως ενδυναμωτικού στοιχείου που παράγει πολλαπλότητες κατά Jacques Derrida αλλά και ανατρεπτικότητες, παραπέμποντας στη γνωστή ρήση της Emma Goldman «If I can’t dance I don’t want to be part of your revolution». Το πένθος, η μειονεκτικότητα, η αγωνιστικότητα, το γκροτέσκο και η τραγωδία ξέρουν να συμπλέουν στήνοντας έναν διαρκή και διαχρονικό χορό που σηματοδοτεί κάθε φορά την πορεία προς την αλλαγή και την επανατοποθέτηση.

Το πένθος και το θρηνητικό σώμα στη σημερινή συνθήκη είναι και το κέντρο της παράστασης του Σπύρου Κουβαρά αφιερωμένο στον πολυαγαπημένο συνεργάτη και αδελφό του μουσικό Γιώργο Κουβαρά που χάθηκε πρόσφατα. Χωρίς αμφιβολία – και πέραν οποιουδήποτε συναισθηματισμού – πρόκειται για μια από τις καλύτερες παραγωγές και ατομικές περφόρμανς του χορογράφου, διότι ενδύεται με μια ανυπέρβλητη πανανθρώπινη συναισθαντικότητα που μεταφέρεται κάθετα και αβίαστα στο σώμα του θεατή. Αυτή τη φορά ο Σπύρος Κουβαράς δεν φορά κάποια μάσκα και βρίσκεται ευάλωτος μπροστά στα βλέμματα των θεατών, παίρνοντας κεντρικό ρόλο τραγικού αντι-ήρωα και διάμεσου. Μαζί με την Χριστίνα Καραγιάννη με την οποία ο Κουβαράς ισχυρίζεται πως θα μπορούσε να συντονιστεί μοναδικά γι’ αυτήν την παράσταση, γυμνοί από τη μέση και επάνω και βαμμένοι με ένα χρυσό χρώμα, ξεδιπλώνουν ένα πένθιμο ντουέτο, το οποίο αποτελείται από δονήσεις, δερβισικούς στροβιλισμούς, ρέιβ χορευτικές επιτελέσεις, πιθηκοειδείς βηματισμούς και κινήσεις πάλης. Μοιάζουν με πλάνητες στο άγνωστο, παραδομένοι στη δίνη της άσπλαχνης μοίρας, στο μεταίχμιο ζωής και θανάτου, άψυχου και έμψυχου, υλικού και άυλου. Και όλα αυτά μετουσιώνοντας καθημερινές κινήσεις που μοιάζουν να ξορκίζουν και να αποτινάσσουν το κακό σε μια μαγική επιθανάτια τελετή, προσπαθώντας να επικοινωνήσουν κάτι απόκοσμο μεταξύ τους. Οργή, οδύνη και απόγνωση δένουν τις δονούμενες διασωματικότητες τους και διαδέχονται η μία την άλλη.

Στο Natura-Morta-a dance less, η μουσική του Γιώργου Κουβαρά υπερτερεί και καθοδηγεί τα σώματα, θα έλεγα, πολύ περισσότερο από προηγούμενα έργα του Σπύρου Κουβαρά. Κατά κάποιον τρόπο αποτελεί την τρίτη παρουσία του έργου, εμπλέκοντας ενεργά αν και ασώματα στη χορογραφία τον Γιώργο Κουβαρά. Εκκινώντας από μια κοσμογονική, τελετουργική, αρχαϊκή (ή/και ινδιάνικη) μελωδία, διακλαδώνεται εξελικτικά, παραπέμποντας ίσως και στην αναπαράσταση των εξελικτικών σταδίων του Δυτικού Πολιτισμού. Μετά από το μακροσκελές ινδιάνικο τελετουργικό, το ηχητικό δρώμενο συνεχίζεται με ιντερμέδια από φωνές σε δημόσιο χώρο, ηδονιστικές φωνές και χειροκροτήματα σε rave δρώμενο, βοές από οχλαγωγία σε πορεία όπου διεκδικούνται δικαιώματα (looking for justice ακούγεται σε κάποιο σημείο). Το ηχοτοπίο που στήνεται άλλοτε συνοδοιπορεί και άλλοτε αντιδιαστέλλεται με τις ενσαρκώσεις και σωματικότητες των δυο χορευτών που δρουν σαν όλες οι ηχητικές εμπειρίες να εμπερικλείονται μέσα σε μια μοναδική, ακίνητη, στατική εικόνα του μυαλού και του ασυνειδήτου. Ο χρόνος δεν κυλά γραμμικά ή τελεολογικά, αλλά αποσπασματικά, θραυσματικά και δυνητικά. Το σύγχρονο σώμα, αρνείται να πενθήσει, αντιστέκεται και παλεύει να μην πενθήσει σε ένα τοπίο αλλεπάλληλων κρίσεων, βιοεξουσιών, εκβιαστικών ταχυτήτων, πλασματικότητας και έμφασης στην ανατροπή, τη ζωντάνια, την ευτυχιοκρατία και τη θετικότητα όπου η ασφαλής απόσταση από το θάνατο μπορεί να λειτουργεί καθησυχαστικά.

Το σκηνικό τοπίο, εμπνευσμένο ίσως από μια σκανδιναβική αισθητική, παραπέμπει καθαρά σε μια νεκρή φύση, αποτελούμενο από δυο περσικά εμπριμέ χαλιά, το ένα σε κανονική τοποθέτηση και το άλλο συρρικνωμένο και στοιβαγμένο, γκροτέσκα αντικείμενα (χαρακτηριστικό του δημιουργού) όπως η γυάλα με το νερό, ένα κεφάλι ελαφιού στον τοίχο, φύλλα και χώμα, η μυρωδιά του οποίου διασκορπίζεται στο χώρο. Τα δυο σώματα, αργά ή γρήγορα κινούμενα, κλυδωνίζονται και δονούνται στους ήχους αλλά μοιάζουν παράλληλα, σε μια παραδοξότητα, να μην συνοδοιπορούν με το ηχοτοπίο που στήνεται. Η πραγματικότητα του πένθους και του θρήνου του θανάτου για το αγαπημένο πρόσωπο είναι α-χόρευτος, ά-χρονος, α-συντόνιστος και α-δύνατος χορός ανάμεσα σε δυο έμβια ανθρώπινα όντα που μοιράζονται τον πόνο. Δεν πασχίζουν να βρουν λύτρωση αλλά να συν-βιώσουν το συναίσθημα της απώλειας για να το εξατομικεύσουν. Να αγκαλιστούν όχι για να ενδυναμωθούν, αλλά για να ξαναβρούν και να ενωθούν με εκείνο το αδικοχαμένο σώμα, να το κρατήσουν όχι στη μνήμη αλλά στην ενσαρκωμένη αβίωτη ζωή. Σε ένα υπέροχο σκυφτό, δονούμενο και στερνό αγκάλιασμα στους ήχους αναγεννησιακής οπερατικής μουσικής, το ζευγάρι ξεδιπλώνει και διανέμει την αισθαντικότητα και υπερβατικότητα της απώλειας. Η κορύφωση αυτή δεν αφήνει κανένα αμέτοχο, όση ώρα και αν διαρκεί.

Ο εκλιπών «άλλος» δεν φεύγει ποτέ. Μας λείπει τόσο πολύ που δεν του επιτρέπουμε εμείς να αποχωρήσει. Σε έναν ρεαλιστικό χρόνο, τον προδίδουμε ξανά και ξανά μέσα από την άρνηση αποδοχής της απώλειάς του, τον πενθούμε αέναα και ατομικά, διαφυλάσσοντάς τον εντός μας και αναλαμβάνοντας την ευθύνη αυτής της συγκράτησης. Μας δένει μια κοινή μοίρα μαζί του η οποία είναι αιώνια, οργανική και παντελώς συμβιωτική. Το πενθών σώμα αποζητά μόνο τη σιωπή και μπορεί να χορέψει μόνο σε αυτή. Αποζητά τη γύμνωση για να στερηθεί οτιδήποτε κανονικό και κανονιστικό που δεν αγκαλιάζει το θάνατο. Και στρέφεται στην ενατένιση του μέλλοντος, ωσάν το αντίκρισμα του απείρου, όχι για να ελπίσει σε κάτι ζωντανό, αλλά για να ενωθεί με το θάνατο και να συμπορευθεί με αυτόν. Και σε αυτόν τον κόσμο χωρίς θεό δεν υπάρχει ούτε σταύρωση ούτε λύτρωση. Όπως χαμηλόφωνα εκφωνεί παίρνοντας το μικρόφωνο ο δημιουργός δεν υπάρχει «καμία αρχή, κανένα τέλος, ούτε κυκλική κίνηση. Η εικόνα καταρρίπτεται πριν την γέννησή της. Θρήνος για την ευρυχωρία που έχασε το εύρος της, καθηλώνοντας μας σε ένα εδώ χωρίς τώρα. Καμία σταύρωση δεν επιτελέστηκε μόνο πολλαπλασιασμοί. Κανένα τέλος μόνο πολλαπλασιασμοί».

Ναταλία Κουτσούγερα (Dancetheater.gr)


koutsougeraΗ Ναταλία Κουτσούγερα είναι κοινωνική ανθρωπολόγος που ενεργοποιείται στη διασταύρωση επιστημονικών περιοχών όπως η ανθρωπολογία των νεανικών πολιτισμών, η ανθρωπολογία του χορού και της μουσικής, η οπτική ανθρωπολογία, ο λαϊκός πολιτισμός και το φύλο. Από το 2009 ασχολείται με την κριτική ανάλυση παραστάσεων σύγχρονου χορού και περφόρμανς χρησιμοποιώντας εργαλεία από την ανθρωπολογία, την πολιτική φιλοσοφία, τις θεωρίες του συν-αισθήματος και τις κριτικές σπουδές χορού. Εργάζεται στο Πάντειο Πανεπιστήμιο ως Εργαστηριακό Διδακτικό Προσωπικό στο Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας.

Last modified on Τρίτη, 09 Ιανουαρίου 2024 08:52

Follow Us